Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2011

ποιος ξέρει, ποιος ξέρει.



Μέσα στο μυαλό του έβραζε μια κατσαρόλα όπου κάθε μικρή φουσκάλα ανέδυε κι έσβηνε μια συνείδηση ανάλογα με τη θερμότητα με την οποία κάθε ιδέα έμπαινε σε μικροκινητικότητα.
Υπήρχαν μέρες που το μυαλό του ήταν σα μια άγονη έρημος όπου τρίζανε τα μοναχικά σαλούν στην άκρη του κόσμου και καβαλάρηδες με ξηροστομία κατέβαζαν σκονισμένοι άθλιο ουίσκι μετά την κάθοδο από τους αλμυρούς λόφους.
Τις τελευταίες μέρες πάντως το μυαλό του Υπερόπτικ έμοιαζε με νιφαδες χιονιού.
Άσπιλες άμωμες και άφαντες με το που άγγιζαν κάθε ιδέα, θαρρείς κι έλυωναν στη φλόγα της σαν το πιο ελαφρύ νερό.
Το μυαλό του Υπερόπτικ δεν υπήρχε, ήταν έξω από αυτόν, διάχυτο παντού, σαν υδρατμός που κολλάει το ίδιο στη νοτισμένη σακούλα σκουπιδιών και στο τακούνι μιας μάταιης γκόμενας που γυρνάει χαράματα σκοντάφτοντας στο πεζοδρόμιο με κόκκινη φούστα.
Ω τι λαογραφικός που γίνομαι τέτοιες ώρες, μονολόγησε ο Υπερόπτικ καθώς καθόταν να τα πιει μόνος του σα γνήσιος ελβετός, βάζοντας το κονιακάκι που είχε ορεχτεί στην κατάλληλη θέση να βολεύει ώστε κινήσεις εκτός του άξονα να αποφευχθούν στρώνοντας το δρόμο για το διηνεκές μιας τέλεια και απολαυστικά βολευτικής θέσης στον καναπέ με τα μαξιλάρια από τραγανιστά άνθη λεμονιάς βουτηγμένα σε κουρκούτι γκοφρέτας.
Το μυαλό μου, το μυαλό μου… τι θα μπορούσα να πω για να σας ξεναγήσω στο μυαλό μου… αναρωτήθηκε ο Υπερόπτικ ρουφώντας μια γερή από το πούρο αβάνας που πάντα καπνίζει σε τέτοιες εγωκεντρικά αναλυτικές φανταστικές συνεντεύξεις.
Χα… και ποιος μπορεί να μπει στο μυαλό του άλλου… εκτός αν είσαι ο Τσομ Γκάλκοβιτς, έλαμψε ξαφνικά μια λάμπα «στο «μυαλό» του Υπερόπτικ».
Ο Τσομ Χάλκοβιτς… μανούλα σε επειχειρήσεις μυαλουδικής ανασυγκρότησης και ο πιο γνωστός ύποπτος του Εφ Μπι Αι για περιπτώσεις υποκλοπής ντατακεντρικών ηλεκτροδίων.
Αν υπάρχει ένας άνθρωπος που μπορεί να μου κάνει ντιφράγκμεντ και να μου το ξαναστήσει όπως πρέπει, αυτός είναι ο Τσομ.
Και μόνο ο Τσομ.
Τι τύχη να τον γνωρίζω, ο Τσομ κι εγώ υπηρετήσαμε μαζί κάποτε σε σχολείο για νεαρούς τσέντλεμεν με κλίση στην οικολογία.
Αρκεί να σηκώσω το ακουστικό, να σχηματίσω το νούμερό του και…
- ομιλείτε παρακαλώ. Έκανε μια επίσημη φωνή.
- χέι τσομ. Υπερόπτικ εδώ. Επείγουσα υπόθεση ανασυγκρότησης στο Λονδίνο. Βοήθα τον παλιό σου φίλο να συγκροτήσει το γίγνεσθαί του και κέρδισε εκατομμύρια. Χαχα. Πλάκα κάνω Τσομ, είπε ο Υπερόπτικ με βαριεστημένη ρομποτική φωνή. Κοίτα να δεις Τσομ, συνέχισε, έχω θέμα. Θέλω το παυσίπονό μου τώρα, κάνε γρήγορα να σταματήσει ο πόνος, τίποτα δεν κάνω που ν’αξίζει, τίποτα δε βρίσκεται να μ’αρέσει, βοήθα με από της απαστράπτουσας αρχιτεκτονικής χακεριάς σου το μετερίζι να κάνω στη ζωάρα μου κάτι που να αξίζει.
-οκ Υπερόπτικ έκανε ο Τσομ αναλαμβάνοντας πλήρως την κατάσταση. Έχω για σένα δέκα πράγματα που θέλω στο καθένα να κάτσεις να σκεφτείς πάρα πολύ εικονικά και ακριβώς την εικόνα. Θέλω καθώς τα διαβάζεις να γίνεις η κάθε λέξη. Με τη σειρά. Είναι σημαντικό. Δες το σαν εφαρμοσμένο βίττγκενστάιν για σάχλες νιουέητζ με ανατολίτικες προσλαμβάνουσες. Μπορεί να μη σου πει τίποτα, μπορεί και να βοηθήσει, μπορεί να σου δώσει και τα πάντα, μπορεί και να σε γαμήσει.
- ακούω.

1. η στιγμή είναι σημαντική. Όχι με ποιον είσαι, όχι τι κάνεις, όχι που θα πας μετά, μόνο αυτά που σκέφτεσαι και νιώθεις πάνω στη στιγμή.
2. σκέψου πως η στιγμή είναι ένα ξερό κλαδί τέλος φθινοπώρου.
Πάνω της κάθονται φτερουγίζοντας δύο κόρακες.
3. ο πρώτος κόρακας που θα κάτσει θα λυγίσει λίγο με το βάρος του το κλαδί. Το κλαδί θα κλυδωνιστεί. Αλλά δε θα σπάσει.
Η στιγμή αντέχει ακόμα το γεγονός.
4. ο δεύτερος κόρακας κάθεται πάνω στο κλαδί. Στην αρχή το κλαδί λυγίζει παραπάνω, κάνει μια ταλάντευση.
5. το κλαδί πρόκειται να σπάσει.
6. και τα δύο κοράκια εγκαταλείπουν το κλαδί πετώντας.
7. το κλαδί δεν είναι ούτε σπασμένο ούτε γερό.
8. με τον πρώτο άνεμο που φυσάει, το κλαδί σπάει και φεύγει μακριά.
9. η στιγμή δεν είναι το κλαδί.
10. Η στιγμή είναι το βλέμμα που στρέφεται στο κλαδί.


Χέι Τσομ…
Ευχαριστώ παλιόφιλε. Μερικές φορές αυτό που χρειάζεται ν’ακούσει κανείς δεν είναι παρά αυτό.
Είπε ο Υπερόπτικ.

και μέσα στο μυαλό του ένας τεράστιος νερόμυλος γύριζε κλαγγίζοντας τα νερά που άφριζαν με χιλιάδες μπουρμπουλήθρες, κάθε μπουρμπουλήθρα ήταν μια μικρή ενσυνειδησιακή απόχρωση που ενωμένη με χιλιάδες άλλες έτρεχε ορμητικά να αντιμετωπίσει το τέλος της σαρώνοντας πέτρες, χαλίκια, την κοίτη του ποταμού, σκάβοντας τα βράχια με ταχύτητα τεράστια για να φτάσει σε εκείνη την άκρη που υπόσχεται το τελευταίο βίγλισμα, την τελευταία ταλάντωση πριν η βαρύτητα τη συλλάβει στο πιο κάθετο αποτρόπαιο συναρπαστικό υποχρεωτικό κι ανάλαφρο ταξίδι προς τη συντριβή σε άλλον ένα πάτο που, ποιος ξέρει, μπορεί ποτέ να μην είναι ο τελευταίος.


"[...] από τα πιο σπάνια φωτογραφικά ντοκουμέντα της 
εποχής που απεικονίζουν τμήμα του συστήματος αρχειοθέτησης.
Διακρίνεται μάλιστα μια σκιά στην κάτω αριστερή άκρη που
εικάζεται ότι είναι το ίδιο το χέρι του χαλβαδόπιτα κρόνο"
                                Υπερόπτικ, 2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.