Ο υπερόπτικ άραξε στο παράθυρο και κοίταξε τη θεοβούλα απέξω.
Επ, ωπ, πώς από δώ;
Θεοβούλα παρούσα, είπε η θεοβούλα και την έκανε.
Μόνος του ο υπερόπτικ με την Ελεβούλ.
Ελεβούλ σε ψήνει να πάμε να χαζέψουμε τι έχει στο ψυγείο;
Χέσε μας ρε υπερόπτικ, απάντησε η Ελεβούλ.
Καλά, εγώ θα πάω, σε πειράζει;
Δεν μπα να κάνεις ό,τι θέλεις.
Πάω.
μμμμμμμμμμμμμμμμμμμμμμμμμ |
Τι λέει είχε τίποτα;
Μπα πούτσες. Να πάω έξω να φέρω κάνα γλυκάκι;
Δε μπα να κάνεις ό,τι γουστάρεις, είπε πάλι η Ελεβούλ.
Το πρόβλημά μου ρε Ελεβούλ είναι ότι δεν έχω καθόλου βουλ. Δηλαδή βαριέμαι τραγικά.
Ντάξει δικαίωμά σου.
Συναρπαστικός ο διάλογος με την Ελεβούλ, σκέφτηκε σιωπηλά ο υπερόπτικ και εγκατέλειψε το θέμα.
υποταγμένος καθώς είναι στο πεπρωμένο του από όπου κι αν προέρχεται ο υπερόπτικ σκάει πιο υποτονικός και λιγότερο διλημματικός από το σαρκάστικ.
Αλλά κι αυτός βγαίνει στο παράθυρο να κράξει αόρατες αλήθειες της δημιουργίας που του ψιθύρισε στ’αυτί ο άγιος αυγουστίνος πριν πάει εράσμους στη ρώμη:
σαρανταπέντε γιάννηδες ενός κοκκόρου γνώση,
το γιαούρτι κι αν το πλένεις το σαπούνι σου χαλάς,
κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε,
κύλησε ο τέτζερης και βρήκε το καπάκι,
όποιος βιάζεται σκοντάφτει.
γεωμετρία γεωμετρία συ γλυκειά μου αμαρτία πλάτωνας, 2013μχ |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.